ΔΗΜΟΣ ΖΑΧΑΡΩΣ

Κάστρο Αράκλοβο στη Μίνθη

Κάστρο Αράκλοβο στη Μίνθη

Στοιχεία Επικοινωνίας

  • Διεύθυνση: Μίνθη 27054

Σχετικά

Μικρό και ερειπωμένο κάστρο στην κορυφή Χρυσούλι πάνω από το χωριό Μίνθη στηνανατολική πλευρά του ομώνυμου βουνού. Παρά το μικρό του μέγεθος και την κακή κατάστασή του, πρόκειται για ένα από τα πιο ξακουστά κάστρα του Μοριά.

Τοποθεσία & Στρατηγική Σημασία
Μέχρι προ τινος δεν ήταν βέβαιο πού ακριβώς βρισκόταν το ονομαστό κάστρο του Αράκλοβου. Σήμερα πιστεύεται ότι ήταν στη θέση αυτή επάνω στην κορυφή Χρυσούλι του όρους Μίνθη, σε υψόμετρο 1200 μέτρα. Το κάστρο του Αρακλόβου εξουσίαζε ένα στενό πέρασμα, μια μεγάλη κλεισούρα ανάμεσα στα όρη Λύκαιο και Μίνθη. Από αυτό τον δρόγγο περνούσε ο δρόμος που συνέδεε το λιμάνι της Γλαρέντζας (Κυλλήνης) με τα κάστρα της Μεσσηνίας.

Το Όνομα του Κάστρου
Το κάστρο του Αρακλόβου παρουσιάζεται στις πηγές με διάφορες ονομασίες: Ερεόκλοβο, Ορεόκλοβο, Αρβανόκαστρο κ.α.

Επίσης αναφέρεται και σαν κάστρο του Βουτσαρά από το όνομα του τελευταίου Βυζαντινού διοικητή, του Δοξαπατρή Βουτσαρά ή Βουτζαρά.

Η κορυφή στην οποία βρίσκεται το κάστρο λέγεται Χρυσούλι και είναιμια από τις κορυφές του όρους Μίνθη.

«Μίνθη» είναι η αρχαία ονομασία. Στο Μεσαίωνα και τη μεταβυζαντινή εποχή, το βουνό ήταν γνωστό ως Βουνούκα και Άβλαινα. Σήμερα επανήλθε επισήμως η αρχαία ονομασία. Η παλιά ονομασία του σημερινού χωριού Μίνθη ήταν επίσης Άβλαινα.

Το κάστρο μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν είχε ταυτισθεί με το Αράκλοβο. Έτσι στη βιβλιογραφία αναφερόταν ως Κάστρο Χρυσουλίου και τοπικά ως Κάστρο Άβλαινας.

Οι Φράγκοι το έλεγαν Bucelet και αργότερα στην ιταλική του απόδοση Buceleto. Η λέξη Bucelet παραπέμπει σε βαρέλι και πιθανό να προήλθε από το σχήμα του βουνού όπου βρίσκεται το κάστρο.

Ιστορία
Ήταν ένα από τα δέκα κάστρα στο Μοριά που ακόμα τα κατείχαν οι Βυζαντινοί και δεν είχαν εγκαταλειφθεί, όταν επέλασαν οι Φράγκοι μετά την Δ’ Σταυροφορία (1204) με επικεφαλής τον Γουλιέλμο Σαμπλίττη (Guillaume de Champlitte) και τον συμπολεμιστή του Γοδεφρείδο Α΄ Βιλλεαρδουίνο το 1205.

Σύμφωνα με το Χρονικόν του Μορέως , αν και δεν ήταν τόσο μεγάλο, το έκανε ισχυρό η ανδρεία των υπερασπιστών του με επικεφαλής τον Δοξαπατρή Βουτσαρά.

Οι Φράγκοι το κατέκτησαν μετά από προσπάθειες 5 ετών δηλαδή περί το 1210.

Σύμφωνα με την παράδοση, η Μαρία, κόρη του Δοξαπατρή, για να μη πέσει ζωντανή στα χέρια των Φράγκων, αυτοκτόνησε πέφτοντας από τα τείχη του κάστρου.

Στη συνέχεια υπήρξε ένα από τα βασικά κάστρα της Βαρονίας της Καρύταινας. Το 1272 πέθανε άκληρος ο βαρόνος της Καρύταινας Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ (Geoffroy de Bruyères ή de Βriel). Τη διαδοχή της βαρονίας διεκδίκησε ο ανιψιός του Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ ο Νεώτερος. Ο πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β’ Βιλλεαρδουίνος αρνήθηκε να του τη δώσει και πήρε για τον εαυτό του τη μισή βαρονία και την άλλη μισή την άφησε στη χήρα του βαρόνου Ισαβέλλα ντε λα Ρος.

Ο Γοδεφρείδος ντε Μπρυγιέρ ο νεώτερος θεωρώντας ότι αδικήθηκε αποφάσισε να αναλάβει δράση και περί το 1275 κατέλαβε το κάστρο του Αράκλοβου με τέχνασμα ξεγελώντας τον Έλληνα φρούραρχο Φιλόκαλο: Υποκρίθηκε τον άρρωστο (« εἶπεν ὅτι ἐξαλίστη, τὸ κοιλιακὸν τὸν ἔπιασεν») και ζήτησε να του επιτραπεί να μείνει στο κάστρο για να πίνει καθαρό νερό από τις δεξαμενές του κάστρου που υποτίθεται είχε ιαματικές ιδιότητες ( «τὸν εἶπεν εἰς τὸ Ἀράκλοβον εἶναι καλὲς γιστέρνες,»).

Μετά προσποιήθηκε ότι πεθαίνει και ο φρούραρχος επέτρεψε στους σιργέντεςτου (υπαξιωματικούς) να τον δουν για να ακούσουν τις τελευταίες του επιθυμίες. Οι σιργέντες ακολουθώντας τις οδηγίες του Γοδεφρείδου προσκάλεσαν τον Καστελλάνο σε μια ταβέρνα στο μπούρκο, έξω από το κάστρο, όπου τον μέθυσαν και του πήραν τα κλειδιά. Έτσι ο Γοδεφρείδος έγινε κύριος του κάστρου σε ένα περιστατικό που προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στην εποχή του.

Αμέσως ο Γοδεφρείδος έστειλε μαντατοφόρους στους Βυζαντινούς του Μυστρά ζητώντας βοήθεια με την υπόσχεση να τους το πουλήσει.

Ο δεσπότης του Μυστρά «ως το ήκουσεν, εχάρηκεν μεγάλως» και ανταποκρίθηκαν άμεσα στέλνοντας «όλα του τα φουσάτα». Τη δύναμη αυτή όμως αναχαίτισε ο Σιμεών Βιδώνης (Simon de Vidoigne) κιβιτάνος των Σκορτών μπλοκάροντας το πέρασμα της Ίσοβας και τις άλλες κλεισούρες στα Σκορτά. Στη συνέχεια οι Φράγκοι ξεκίνησαν στενή πολιορκία του Αράκλοβου για να το πάρουν πίσω, αλλά χωρίς αποτέλεσμα καθώς ο Γοδεφρείδος το υπερασπίστηκε με επιτυχία έχοντας μαζί του μόνο τέσσερις Φράγκους και μερικούς Έλληνες. Τελικά οι δύο πλευρές επιθυμώντας να δοθεί τέλος στο αδιέξοδο, ήρθαν σε συμφωνία και ο Γοδεφρείδος άφησε το κάστρο αφού του έδωσαν το τιμάριο της Μόραινας στα Σκορτά και τον πάντρεψαν με μια χήρα που είχε προίκα το τιμάριο της Λισσαρέας, κοντά στη Χαλανδρίτσα.

Το 1289 το Αράκλοβο καταγράφεται ως κτήση της Ισαβέλλας, της ηγεμόνος του Πριγκιπάτου της Αχαΐας (η γνωστή πριγηπέσσα Ιζαμπώ). Το 1303 δόθηκε στη νεογέννητη Μαργαρίτα της Σαβοΐας, κόρη της Ισαβέλλας. Το 1377 και το 1391 περιλαμβάνεται στους καταλόγους με τα φέουδα του πριγκιπάτου της Αχαΐας.

Περί το 1430 ή ίσως και νωρίτερα έγινε κτήση του Δεσποτάτου του Μυστρά όπως το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου. Το 1460, μαζί με τα υπόλοιπα κάστρα της του Μοριά κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς χωρίς πάντως να είναι γνωστό το χρονικό της κατάκτησής του.

Το 1463 οι Ενετοί είχαν για σύντομο διάστημα στην κατοχή τους κάποια κάστρα της δυτικής Πελοποννήσου και ένα από αυτά ήταν το Αράκλοβο. Αναφέρεται σε ενετικούς καταλόγους του 1463, αλλά το 1467 καταγράφεται σαν τουρκικό.

Μετά τον 15ο αιώνα, το Αράκλοβο χάνεται από την ιστορία. Πρέπει να εγκαταλείφθηκε και να μην χρησιμοποιήθηκε καθόλου επί Τουρκοκρατίας.

Δομικά, Αρχιτεκτονικά, Οχυρωματικά Στοιχεία
Πολύ λίγα κατάλοιπα υπάρχουν σήμερα από το σπουδαίο άλλοτε κάστρο του Αράκλοβου.

Στη βάση του κάστρου διακρίνονται ίχνη του εξωτερικού τείχους.

Η κορυφή του κάστρου είναι ένα τριγωνικό πλάτωμα 50μ✖30μ περίπου που περιβάλλεται από οχύρωση. Λόγω της πυκνής βλάστησης αυτό το εσωτερικό τείχος δεν φαίνεται καλά και δεν μπορεί να εκτιμηθεί σε τι κατάσταση είναι. Στην κορυφή σώζονται τα λείψανα δύο ομβροδεξαμενών. Η μία από αυτές διατηρείται ακόμη σε σχετικά καλή κατάσταση. Έχει ύψος 2 μέτρα, πλάτος 3,40 και μήκος 8 μέτρα και σε μεγάλο μέρος της επιφάνειάς της διατηρεί το επίχρισμα από κορασάνι. Συνήθως τέτοιες δεξαμενές σε ακροπόλεις χρησίμευαν και σαν βάσεις για υπερκείμενο πύργο.

Στη βόρεια πλευρά του κάστρου έξω από το πλάτωμα της κορυφής υπάρχει μια τρίτη δεξαμενή.

Από τον υπόλοιπο οικισμό δεν σώζεται σχεδόν τίποτα. Μόνο λιθοσωροί. Ένα μέρος του κάστρου έχει κατακρημνισθεί στον απόκρημνο γκρεμό στα ανατολικά. Σε δυο-τρία σημεία κάποια μπάζα μπορούν να αναγνωριστούν σαν υπολείμματα κτισμάτων.

Έξω από το κάστρο στη ΝΑ πλευρά υπάρχει εκτεταμένος ερειπιώνας που αποτελούσε σύμφωνα με τη μαρτυρία του Χρονικού το μπούργκο (οικισμός εκτός κάστρου) οι κάτοικοι του οποίου εκμεταλλεύονταν την ασφάλεια που πρόσφερε η οχύρωση του κάστρου. Εδώ εντοπίστηκαν χαλάσματα τεσσάρων εκκλησιών.

Το Κάστρο στην Τέχνη και στο Λόγο
Από το Χρονικόν του Μορέως:

Και τότε ο πρωτοστράτορας, μισίρ Ντζεφρές εκείνος,
είπεν και εσυμβούλεψεν στην Αρκαδία να απέλθουν,
το κάστρον γαρ να επάρουσιν, ο τόπος να πλαταίνη,
να στείλουν κ᾿ εις το Αράκλοβον όπου κρατεί τον δρόγγον,
όπου τα λέγουν τα Σκορτά, μικρόν καστέλιν ένι,
αλλά εις τραχώνιν κάθεται, πολλά ένι αφιρωμένον·
λέγουν οκάποιος το κρατεί από τους Βουτζαράδες,
Δοξαπατρήν τον λέγουσιν, μέγας στρατιώτης ένι·
«κι αφών επάρωμεν κι αυτό και να πλατύνη ο τόπος,
ενταύτα ας απερχώμεθα εκεί εις τους άλλους τόπους».
Παράλληλες Ιστορίες
Ο υπερασπιστής του κάστρου Δοξαπατρής Βουτσαράς (ή Βουτζαράς) υπήρξε θρυλικός Έλληνας πολεμιστής. Ήταν Λακωνικής καταγωγής και έζησε στα τέλη του 12ου αιώνα. Πρέπει να διετέλεσε άρχοντας ή στρατιωτικός διοικητής στην κοιλάδα του Αλφειού και στην ευρύτερη περιοχή. Πέθανε το 1205 ή το 1207 πολεμώντας τους Φράγκους.

Φαίνεται ότι ήταν ένας θηριώδης τύπος που προκαλούσε τον τρόμο και σύμφωνα με την αραγωνική έκδοση του Χρονικού η πανοπλία του ζύγιζε 150 λίβρες (γύρω στα 70 κιλά). Το όπλο του ήταν ένα τεράστιο σιδερένιο ρόπαλο (κεφαλοθραύστης) το οποίο δεν αποχωριζόταν ποτέ. Κατά πάσα πιθανότητα η νεοελληνική έκφραση «την έφαγε στο δοξαπατρί» προέρχεται από αυτόν.

Η ιστορία του και η ηρωική του αντίσταση απέναντι στους Φράγκους είχε συνεπάρει τον μεσαιωνικό ελληνισμό και ενέπνευσε νεώτερους ανθρώπους των τεχνών, όπως τον Φώτη Κόντογλου που δημιούργησε την τοιχογραφία«Ο Δοξαπατρής αγωνίζεται εις το Αράκλοβο» που βρίσκεται στο Δημαρχείο Αθηνών και τον Δημήτριο Βερναρδάκη που έγραψε το θεατρικό έργο «Μαρία Δοξαπατρή. Δράμα εις πράξεις πέντε». Η υπόθεση αναφέρεται στην ιστορία της Μαρίας Δοξαπατρή, κόρης του Δοξαπατρή Βουτσαρά που γκρεμίστηκε από το κάστρο για να μην πέσει στα χέρια των Φράγκων.